Ντίνος Σιώτης, Αργύρης Χιόνης

                                                          ΝΤΙΝΟΣ ΣΙΩΤΗΣ




Γεννήθηκε στην Τήνο το 1944. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Συγκριτική Λογοτεχνία στο San Francisco State University. Στην Αμερική και τον Καναδά, όπου έζησε από το 1971 έως το 1989 και από το 1997 έως το 2004, εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες, περιοδικά και στο ραδιόφωνο και ως Σύμβουλος Τύπου στην πρεσβεία της Ελλάδας στην Οτάβα και στα Προξενεία της Ελλάδος του Σαν Φρανσίσκο, της Νέας Υόρκης και της Βοστόνης. Από το 1976 διευθύνει τον εκδοτικό οίκο Wire Press. Έχει δώσει διαλέξεις και έχει οργανώσει και λάβει μέρος σε ημερίδες, συνέδρια και συμπόσια για την ελληνική λογοτεχνία και τον πολιτισμό στην Ευρώπη και την Βόρειο Αμερική. Οργανώνει εκδηλώσεις για τα ελληνικά γράμματα από το 1971 στη Νέα Υόρκη, το Σαν Φρανσίσκο, το Τορόντο, το Μοντρεάλ, το Βανκούβερ, τη Μινεάπολη, το Λος Άνζτελες, το Μπόκα Ρατόν. Από το 1979 έως το 2009 συνεργάζονταν τακτικά με το Βήμα της Κυριακής με κριτικές και άρθρα για το βιβλίο και την επικοινωνία. Έχει εκδώσει, στα ελληνικά και στα αγγλικά 11 πολιτικά και λογοτεχνικά περιοδικά, 18 συλλογές ποίησης (τρεις στα αγγλικά και μία στα γαλλικά), ένα μυθιστόρημα, μία νουβέλα και μία συλλογή με αφηγήματα. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε οκτώ γλώσσες. Από την άνοιξη του 2005 εκδίδει το περιοδικό (δε)κατα και από τον Μάρτιο του 2009 και το περιοδικό Poetix.

ΚΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Πύκνωση των νεφώσεων και βροχή
ορατότης κυλάει σε ετοιμόρροπο καθρέφτη
λουλούδια ζαλισμένα χωρίς φροντίδα
ζώνες ασφαλείας σπασμένες
άνεμοι δυτικοί έως ισχυροί
θα επεκταθούν και στην υπόλοιπη χώρα
πόρτες ανοιχτές μέχρι τα χαράματα
αλλά κανείς δεν μπαίνει μέσα
άλλοι φοβούνται άλλοι κοιμούνται
κι άλλοι στα σκοτεινά συνωμοτούν
θερμοκρασία σε κάθοδο
χαλασμένα τρένα σαπίζουν στα βουνά
λεωφορεία γκρεμίζονται με τα γεφύρια
βαπόρια με αγγέλους αραγμένα για πάντα
το "Κωστάκης Τόγιας" δεμένο μ'ένα σπάγγο
έτοιμο να κατολισθήσει στο Αιγαίο
δεν βρίσκεις τίποτα ν'αγαπήσεις
πλατείες ξεχειλίζουν με θύελλες
φαρμακεία κλειστά
τοκογλύφοι τοκίζουν δραμαμίνες
θάλασσα κυματώδης έως τρικυμιώδης
λιμνάζοντα ύδατα και οκνηροί βαδίζουν
προς τα εμπρός ολοταχώς
ελπίδες πηδούν τα οδοφράγματα
να προλάβουν το παρελθόν προτού χαθεί
αύξηση των νεφώσεων και τοπικές βροχές
και καταιγίδες.

(από τη συλλογή "ΚΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ", 1981)



                                                    ΑΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ


Ο Αργύρης Χιόνης (1943-2011) γεννήθηκε στην Αθήνα. Έζησε είκοσι χρόνια σε πόλεις της βόρειας Ευρώπης (Άμστερνταμ, Βρυξέλλες), δουλεύοντας την περίοδο 1982-1992 ως μεταφραστής στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρι που τα εγκατέλειψε όλα για χάρη της ποίησης και της γεωργίας και εγκαταστάθηκε στο Θροφαρί Κορινθίας. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1966, με την ποιητική συλλογή "Απόπειρες φωτός". Το 2006 κυκλοφόρησε η συγκεντρωτική έκδοση των δέκα πρώτων ποιητικών του συλλογών, με τίτλο "Η φωνή της σιωπής: ποιήματα 1966-2000" ("Νεφέλη"). Μετά το 1981 ασχολήθηκε παράλληλα, με την πεζογραφία, με αφηγήματα για μεγάλους, παιδιά και νέους. Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική μετάφραση. Έφυγε από τη ζωή απροσδόκητα το απόγευμα των Χριστουγέννων του 2011, από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 68 ετών, στο Θροφαρί Κορινθίας, όπου ζούσε επί είκοσι χρόνια. 

Ποιητικά βιβλία:
  • Απόπειρες φωτός. Αθήνα, Δωδεκάτη ώρα, 1966.
  • Σχήματα Απουσίας. Αθήνα, Αρίων, 1973.
  • Μεταμορφώσεις. έκδοση του ιδίου, Αθήνα 1974.
  • Τύποι ήλων. Θεσσαλονίκη, Εγνατία / Τραμ, 1978.
  • Λεκτικά τοπία. Αθήνα, Καστανιώτης 1983.
  • Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη. Αθήνα, Υάκινθος, 1986.
  • Εσωτικά τοπία. Αθήνα, Νεφέλη, 1991,1999.
  • Ο ακίνητος δρομέας. Αθήνα, Νεφέλη, 1996, 2000.
  • Ιδεογράμματα. Θεσσαλονίκη, Τα τραμάκια, 1997.
  • Τότε που η σιωπή τραγούδησε και άλλα ασήμαντα περιστατικά. Αθήνα, Νεφέλη, 2000.
  • Στο υπόγειο. Αθήνα, Νεφέλη, 2004.
  • Ό,τι περιγράφω με περιγράφει, Ποίηση δωματίου Αθήνα, Γαβριηλίδης, 2010.
  • Παίγνια [συλλογικό έργο]. Αθήνα, Futura, 2011.


                                                                 ΙΙ

   Η βροχή κρύωνε έξω στο δρόμο. Χτυπούσε το τζάμι και φώναζε, κρυώνω! Ήτανε, πράγματι, χειμώνας.
   Το τζάμι τη λυπήθηκε, της άνοιξε, την έβαλε μες στο δωμάτιο.
   Ο άνθρωπος έγινε έξω φρενών. Είσαι τρελό, του φώναξε, πού ξανακούστηκε να μπαίνει η βροχή μες στο δωμάτιο; Είσαι τρελό.
   Μα είναι βροχή δωματίου, είπε ήρεμα το τζάμι, δεν ακούς τι ωραία που ηχεί πάνω στο πάτωμα, πάνω στο τραπέζι, πάνω στο μέτωπό σου; Είναι βροχή δωματίου.


                                                              VIII

   Ένα πρωί, όσο έφτιαχνε τον καφέ του στην κουζίνα, το μεγάλο πράσινο χαλί του δωματίου του ζωντάνεψε. Το χνούδι του άρχισε να μεγαλώνει, να γίνεται άγριο χορτάρι, δέντρα φύτρωσαν και ψήλωσαν, πουλιά ήρθαν και κάθισαν στα κλαδιά τους.
   Όταν βγήκε απ'την κουζίνα, το δάσος είχε συντελεστεί. 
   Έμειν' εκεί να το κοιτάει, γυμνός, με τον καφέ στο χέρι, πετρωμένος. Το δωμάτιό μου, πού είναι το δωμάτιό μου, είπε απελπισμένος, κι άρχισε να ψάχνει μες στο δάσος να το βρει.
   Τα βάτα τού μάτωναν το κορμί, ο καφές κρύωνε μες στην κούπα του. 


(Από την ενότητα "Παρά ένα Δώδεκα Μαγικά Παραμύθια", της συλλογής "ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ", 1983)